- κιβωρίου
- κιβώριονseed-vessel of theneut gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Киворий — в Спасо Евфимиевом монастыре Киворий (греч … Википедия
Ciborium (architecture) — Ciborium of Sant Ambrogio, Milan; note the rods for curtains. The columns are probably 4th century, the canopy 9th, 10th or 12th century.[1] In ecclesiastical architecture, a ciborium ( ciborion : κιβωρι … Wikipedia
θρόνος — Υψηλό κάθισμα με βραχίονες, ερεισίνωτο και υποπόδιο· μεταφορικά, το αξίωμα των βασιλιάδων και των αρχιερέων, καθώς και η εξουσία ή και η περιφέρεια στην οποία ασκείται η εξουσία επισκόπου. Από τους αρχαίους χρόνους ο θ. αποτελούσε τιμητικό… … Dictionary of Greek
κίονας — Ένα από τα κύρια στοιχεία των απλών ορθοστατικών κατασκευών. Μπορεί να έχει διάφορες μορφές και διαστάσεις, αλλά γενικά αποτελείται από τρία μέρη, τη βάση, τον κορμό και το κιονόκρανο (εκτός από τον δωρικό κ., ο οποίος δεν έχει ιδιαίτερη βάση).… … Dictionary of Greek
τετράβηλο — το / τετράβηλον, ΝΜ τα τέσσερα βήλα, δηλαδή τεμάχια υφάσματος, που κρέμονται στις τέσσερεις πλευρές τού κιβωρίου πάνω από την Αγία Τράπεζα μσν. τετράγωνος πέπλος. [ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α) * + βῆλον «ύφασμα, καλύπτρα»] … Dictionary of Greek
Μαρτίνι, Σιμόνε — (Simone Martini, Σιένα 1284; – Αβινιόν 1344). Ιταλός ζωγράφος. Υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους γοτθικούς καλλιτέχνες και εκπροσώπους της σχολής της Σιένα κατά τον 14ο αι. Το πρώτο σωζόμενο χρονολογημένο έργο του τιτλοφορείται Μαεστά, και… … Dictionary of Greek